Thursday, June 28, 2012

Κρίση εθνικής ταυτότητας

του Ανδρέα Πανταζόπουλου
Το Βήμα 24/06/2012

Τα αποτελέσματα και των δύο εκλογικών αναμετρήσεων ανέδειξαν έναν πολιτικό και αξιακό διχασμό της κοινωνίας. Σε συνθήκες φόβου και καθοδικής κοινωνικής κινητικότητας, οι λεγόμενες αντισυστημικές δυνάμεις, παρά τις μεταξύ τους μικρές ή μεγάλες διαφορές, και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος, εκπροσωπούν σχεδόν το μισό εκλογικό σώμα. Παρ' όλα αυτά, έστω και οριακά, την προηγούμενη Κυριακή, αυτή η «αδούλωτη Ελλάδα της Κερατέας» έχασε τη μάχη. Τι εκπροσωπεί αυτή η Ελλάδα; Εκπροσωπεί την κοινωνική ανευθυνότητα, τον μνησίκακο εγωισμό που ενίοτε τον καλύπτει με την επίκληση της «αξιοπρέπειας», τον καιροσκοπισμό, τις θηριώδεις πελατειακές σχέσεις, τον αλαζονικό εθνικισμό, τη θρησκοληψία, τον εργαλειακό ευρωπαϊσμό. Πρόκειται για την κομφορμιστική Ελλάδα της καθ' ημάς Ανατολής η οποία διαμορφώνει κάθε φορά το πλαίσιο της πολιτικής προσφοράς. Με άλλα λόγια, είναι αυτή η Ελλάδα που ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης λειτουργεί «κινηματικά» και ρυμουλκεί με τον προσήκοντα κυνισμό τα πολιτικά κόμματα να αντιστοιχηθούν στις θελήσεις της. Οποια από αυτά ανταποκριθούν με αξιοπιστία σε αυτό το αίτημα είναι οι εκλεκτοί της αντιπρόσωποι, χθες το ΠαΣοΚ, σήμερα κυρίως, αν και όχι αποκλειστικά, ο ΣΥΡΙΖΑ. Θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι υπάρχει μια «άλλη Ελλάδα», ισομεγέθης της πρώτης, που της αντιστέκεται. Η άλλη Ελλάδα είναι βέβαια υπαρκτή, αλλά σαφώς μειοψηφική, συνιστά πολιτισμική μειονότητα, είναι ασυντόνιστη, οριακά είναι απολίτικη. Ενώ διαισθάνεται τη μειονοτική μειονεξία της, δεν μπορεί να την πολιτικοποιήσει ώστε να την υπερβεί. Μια βασική αιτία είναι ότι οι εκάστοτε πολιτικοί της εκπρόσωποι δεν μπορούν να μεταφράσουν με αξιοπιστία τις φιλελεύθερες αξίες τους στο ελληνικό ιδίωμα: να «εθνικοποιήσουν» τον φιλελευθερισμό τους ώστε να φιλελευθεροποιήσουν τον ελληνικό εθνικισμό, και ό,τι συναρτάται με αυτόν, τον τυφλό ορθοδοξισμό. Είναι άραγε τυχαίο ότι πολλοί κάνουν λόγο για την αναγκαιότητα το ελληνικό πρόβλημα να καταστεί ευρωπαϊκό, ενώ το ζητούμενο θα έπρεπε να είναι το ακριβώς αντίθετο, να εξελληνίσουν τον ευρωπαϊσμό, καθιστώντας τον αναπόσπαστο κομμάτι της λεγόμενης «εσωτερικής πολιτικής»; Γίνεται σαφές ότι πίσω από τον σημερινό εκλογικό διχασμό βρίσκεται ένα μείζον πρόβλημα εθνικής ταυτότητας, το οποίο εργαλειοποιεί την υπαρκτή κοινωνική κρίση. Μια νέα πολιτική ατζέντα, ένα εθνικό πολιτικό σχέδιο για την ευρωπαϊκή ενσωμάτωση πρέπει να καλύψει το σημερινό στρατηγικό κενό. Ενα σχέδιο άμεσων διαρθρωτικών αλλαγών που θα αλλάζει τους όρους του δημόσιου διαλόγου και θα δημιουργεί νέες κοινωνικές διαιρέσεις, νέες αξιακές συσπειρώσεις. Και κυρίως θα αποσυριζοποιεί τον δημόσιο λόγο, θα μεταφέρει το κέντρο βάρους στα πραγματικά προβλήματα. Γιατί κατά ένα μέρος η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η ευρύτερη ιδεολογική ηγεμονία το τελευταίο διάστημα του αριστεροδεξιού εθνικολαϊκισμού, οφείλεται στον ετεροπροσδιορισμό των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων. Αποσυριζοποίηση σημαίνει ότι το νέο πολιτικό σχέδιο θα διαλύει εμπράκτως τις ψευδαισθήσεις που σκόρπισε ο πολύχρωμος εθνικολαϊκισμός, θέτοντας στην κοινωνία πραγματικά ερωτήματα και προσφέροντας ταυτόχρονα ένα δικαίωμα στην ελπίδα. Η αποσυριζοποίηση του δημόσιου διάλογου προϋποθέτει την αποσυριζοποίηση ως προς την κατασκευή της πραγματικότητας. Η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ πάτησε και στο γεγονός ότι στοιχίζοντας την πολιτική του προσφορά στην κοινωνική ζήτηση, περιέγραψε μια πραγματικότητα με τον δικό του τρόπο και πρότεινε «λυτρωτικές» κατευθύνσεις για την υπέρβαση της κρίσης που απέρρεαν από τη δική του περιγραφή μιας ψευδοπραγματικότητας. Γιατί ο «ΣΥΡΙΖΑ» δεν είναι «κόμμα», είναι «πνεύμα», μια νοητική δομή εντός της οποίας συνωθούνται και διασταυρώνονται ο αριστερός μιζεραμπιλιστικός λαϊκισμός με την ελληναράδικη αντιστασιομανία, η νεοκομμουνιστική μετενσάρκωση του μεταπολιτευτικού ριζοσπαστισμού και η συνάντησή του με τον νεοτριτοκοσμικό αντιευρωπαϊσμό. Η ρηγμάτωση σε αυτή τη νοητική δομή προϋποθέτει μια διαφορετική μυθοπλασία για την ελληνική ταυτότητα, για το «ποιοι είμαστε» και «τι θέλουμε». Χρειάζεται, με άλλα λόγια, ένας εναλλακτικός κινητοποιητικός μύθος που θα διαλύει τις θωπείες της εθνικολαϊκιστικής παραμυθίας, μια ηθικοπολιτική αποσυριζοποίησης των πνευμάτων. Η διάλυση του εθνικολαϊκιστικού μύθου προϋποθέτει την αντικατάστασή του από έναν άλλον: οι χιμαιρικές κατασκευές του εθνικολαϊκισμού πρέπει να αντικατασταθούν από μια ουτοπία του συγκεκριμένου, από σχέδια και πρωτοβουλίες που θα αρθρώνουν τις αξίες της ευθύνης, της επινοητικότητας και της αλληλεγγύης με μια εναλλακτική επανερμηνεία της ίδιας της «ελληνικότητας». Ο σημερινός διχασμός, παρά την επικέντρωσή του στο πεδίο της οικονομίας, δεν έχει οικονομικές αιτίες, αλλά είναι πρωτίστως πολιτισμικός και εγκαλεί τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις στην επείγουσα πολιτικοποίησή του. Το να κατανοηθεί με αυτόν τον τρόπο το ελληνικό πρόβλημα είναι το πρώτο βήμα σε μια μακρά διαδικασία για την επίλυσή του. Ο κ. Ανδρέας Πανταζόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο ΑΠΘ.

Saturday, May 12, 2012

Θα φύγω, θα σωπάσω ή θα αντισταθώ;


του Γιάννη Τσαμουργκέλη
protagon.gr


Αυτή η Ελλάδα δεν είναι δική μου. Δεν ανήκω εδώ. Δεν μεγάλωσα σε μια χώρα με ανοχή στις ναζιστικές ιδέες και πολύ περισσότερο στους ανθρώπους της. Δεν μεγάλωσα σε μια χώρα δίχως σεβασμό στη διαφορετική άποψη, στην ιστορία αυτών που αγωνίσθηκαν και πέθαναν για τη δημοκρατία. Δεν κατάλαβα ποτέ ότι ο πολιτισμός των ελλήνων εκτονώνεται σε συνθηματολογίες και αντιπαραθέσεις που ισοπεδώνουν τη λογική, το διάλογο και την επιχειρηματολογία. Δεν εργάσθηκα για να ανέχομαι τον τεμπέλη φοροφυγά της διπλανής πόρτας. Δεν διεκδίκησα για να ανέχομαι την ευνοιοκρατία του αριστερού ή δεξιού κόμματος και τον εκφοβισμό των συνδικαλιστών.  Δεν ονειρεύτηκα σαν τριτοκοσμική φιγούρα με όραμα την Ευρώπη αλλά σαν ισότιμος πολίτης της Ευρώπης.  Της Ευρώπης των πολιτών που σκέπτονται, που έχουν πολιτικές θέσεις, που εκφράζονται δημοκρατικά. Σε μια Ευρώπη που αλλάζει και θα αλλάζει καθημερινά.

Αλλά εγώ θέλω να είμαι εκεί. Στην Ευρώπη.  Και να παλεύω για τις απόψεις μου όπως το κάνω και στην μικρή πατρίδα μου και στην γειτονιά μου και στη δουλειά μου.  Αν διαφωνώ, εκφράζοντας τη διαφωνία μου. Αν κάνω λάθος, διορθώνοντας το. Αν μένω πίσω, προσπαθώντας να αλλάξω.  Αν κάνουν λάθος, προσπαθώντας να τους πείσω.

Σήμερα, ξέρω που η χώρα μου είναι πίσω. Ξέρω που υπολείπεται της σύγχρονης Ευρώπης. Δεν κατοχυρώνει τα ίσα δικαιώματα των πολιτών και ιδιαίτερα των νέων στην εργασία. Τα ειδικά συμφέροντα και οι συντεχνίες δεν είναι Ευρώπη. Το τεράστιο κράτος που ανακατεύεται σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας μου με βεβαιώσεις, έγγραφα και εξουσιοδοτήσεις δεν είναι Ευρώπη.  Το κοινωνικό κράτος που μεριμνά για τους λίγους και τα φίλια λαμόγια στο όνομα της αλληλεγγύης για τους πολλούς, δεν είναι Ευρώπη.  Η διαφθορά και το λάδωμα δεν είναι Ευρώπη.  Η μαγκιά της φοροδιαφυγής και η ανοχή έναντι αυτής δεν είναι Ευρώπη. Η ανομία και η «νόμιμη» ασυλία κάποιων έναντι του δικαίου δεν είναι Ευρώπη. Οι διακρίσεις υπέρ της θρησκευτικής πλειοψηφίας δεν είναι Ευρώπη.  Το πελατειακό πολιτικό σύστημα των δεξιών και αριστερών ημετέρων δεν είναι Ευρώπη.

Σήμερα ξέρω που η Ευρώπη είναι πίσω. Ξέρω που υπολείπεται της Ευρώπης των λαών. Η κοινωνική αναλγησία και η μη μέριμνα για τους εισοδηματικά αδύνατους δεν είναι Ευρώπη. Η Ευρώπη των τραπεζών δεν είναι Ευρώπη των ίσων ευκαιριών και της ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας και της πραγματικής οικονομίας.  Η Ευρώπη της Γερμανίας των ακραίων φιλελεύθερων μονεταριστικών πολιτικών δεν είναι η Ευρώπη που εμπνέεται από τις ιδρυτικές της αρχές.

Ήρθε λοιπόν ή ώρα των αποφάσεων. Θα ανεχθώ μια χώρα με ναζιστική παρουσία στη βουλή; Με ξυλοδαρμούς μέσα και έξω από αυτή; Με τρομοκρατία μεταναστών; Με συμμορίες που θα κρύβουν την προσωπική αδυναμία κάποιων να παλέψουν και να διεκδικήσουν την παρουσία τους στη ζωή; Θα ανεχθώ μια χώρα που εμμένει στην κοινωνία των ειδικών συμφερόντων, των προνομίων των συνδικαλιστών και των πολιτικών φίλων, του κρατισμού, των κλειστών αγορών του ατομικού και συλλογικού παρασιτισμού; 

Θα ενδώσω στην Ευρώπη του συντηρητισμού και των εξαρτήσεων; Θα σωπάσω; Θα αναζητήσω τη τύχη μου αλλού ή θα μείνω αρνούμενος να αποδεχθώ ότι αυτό που μου παρουσιάζουν ως Ελλάδα της επιλογής του λαού είναι και η δική μου Ελλάδα;  Αρνούμενος να ενδώσω στον  παραληρηματικό φόβο της στάσιμης κοινωνίας έναντι των αλλαγών που πρέπει να γίνουν. Αρνούμενος να αποδεχθώ παθητικά το παρελθόν που μου σερβίρουν ως μέλλον.  Λοιπόν!!! Αποφάσισα να αντισταθώ. Πολύ!!! Κυρίες και κύριοι με τις σβάστικες θα μετρηθούμε στο λόγο αλλά και στο δρόμο και σε κάθε προσπάθεια σας να μειώσετε κάθε έννοια ανθρωπισμού και το σεβασμό όλων στα ανθρώπινα δικαιώματα τους. 

Κυρίες και κύριοι της παλιάς και νεοσταλινικής αριστεράς θα μετρηθούμε στο λόγο και στο δρόμο και σε κάθε προσπάθεια σας να αποκλείσετε το δικαίωμα στην εργασία, στην ανάπτυξη, στην ατομική και συλλογική ευημερία στο όνομα των αποφάσεων των δικών σας συλλογικών οργάνων. Κυρίες και κύριοι του πελατειακού συστήματος θα μετρηθούμε στο λόγο και στο δρόμο και σε κάθε προσπάθεια σας να διατηρήσετε την μετριοκρατία, τα ειδικά συμφέροντα των ημετέρων και τη «δημοκρατία» των μηχανισμών και των κατ’ επάγγελμα εκπροσώπων του λαού. Κυρίες και κύριοι αμετανόητοι μονεταριστές θα μετρηθούμε στο λόγο και στο δρόμο και σε κάθε προσπάθεια αναπαραγωγής των ίδιων εκείνων τραπεζικών και επιχειρηματικών συμφερόντων που μας έφεραν σε αυτή την κρίση. Κυρίες και κύριοι συμπολίτες. Η ώρα της 4ης ελληνικής δημοκρατίας έχει έρθει. Η Ελλάδα της Ευρώπης, η Ελλάδα των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων, η Ελλάδα των ίσων ευκαιριών και της πραγματικής κοινωνικής μέριμνας και αλληλεγγύης, η Ελλάδα της δημιουργίας και της παραγωγής, η Ελλάδα των θεσμών, της ανάπτυξης και της προόδου, η Ελλάδα της πραγματικής δημοκρατίας των πολιτών είναι εδώ. Για αυτήν θα αντισταθώ και θα παλέψω. Για αυτήν και τη δεκάχρονη κόρη μου που έχει το απόλυτο δικαίωμα να μεγαλώσει σε μια αναπτυγμένη και οικονομικά ισχυρή χώρα πολιτισμού, με αξίες μιας σύγχρονης δημοκρατίας, σε μια Ευρώπη των λαών.

*Ο Γιάννης Τσαμουργκέλης είναι διδάκτωρ της Οξφόρδης και Επίκουρος Καθηγητής της Διεθνούς Οικονομικής στο Παν/μιο του Αιγαίου



Saturday, May 5, 2012

Δημοκρατία χωρίς δημοκράτες;


Του Δημοσθένη Κούρτοβικ

ΤΑ ΝΕΑ

Στην πολιτική ζωή, όπως και στην προσωπική, υπάρχουν γεγονότα που περνούν απαρατήρητα ή φαίνονται ασήμαντα τη στιγμή που συμβαίνουν, αλλά κάποια στιγμή αργότερα διαπιστώνουμε ότι κυοφορούσαν το μέλλον μας. Οι «συνέπειες της παλαιάς ιστορίας», για να κοπιάρουμε τον Βιζυηνό, μπορεί ν' αργήσουν να εκδηλωθούν, αλλά, όταν έρθει η ώρα τους, γίνονται σεισμός που σμπαραλιάζει τις ιδέες και τις συνήθειές μας.
Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα και είναι πολύ πιθανό να επισφραγιστεί στις αυριανές εκλογές είναι κάτι που είχε προαναγγελθεί τους πρώτους κιόλας μήνες της Μεταπολίτευσης, μόνο που τα μάτια και τ' αυτιά μας είχαν τότε φίλτρα που έβαζαν φραγή στον οιωνό.
Τον τελευταίο καιρό συγκρίνεται ανήσυχα η σημερινή πολιτικοκοινωνική κατάσταση της χώρας μας με την επιθανάτια φάση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Αν και υπάρχει πάντα πρόχειρο το αντεπιχείρημα (που μερικές φορές χρησιμοποιείται με απαράδεκτη μακαριότητα) ότι η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, πολύ περισσότερο σε χώρες με διαφορετική δομή και κουλτούρα, οι αναλογίες είναι υπερβολικά χτυπητές για να τις παρακάμψει κανείς: θηριώδης ανεργία κι εξαθλίωση, αισθήματα εθνικής ταπείνωσης και οργής για τους επαχθείς όρους που επέβαλαν οι ξένοι (εκεί οι νικητές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εδώ οι διεθνείς δανειστές), ραγδαία ριζοσπαστικοποίηση των μεσαίων στρωμάτων προς τα άκρα του πολιτικού φάσματος, καθημερινή βία στους δρόμους, ασυνεννοησία των δημοκρατικών δυνάμεων ακόμα και μπροστά στον κίνδυνο ανατροπής της δημοκρατίας.
Ας προστεθεί σε όλα αυτά και μια άλλη, παράδοξη ομοιότητα: τα πράγματα χειροτέρευαν τη στιγμή που έδειχναν να καλυτερεύουν. Δεν εμπόδισε την πυραυλική εκλογική άνοδο των εθνικοσοσιαλιστών το ότι η Γερμανία, λίγο πριν, είχε απαλλαγεί από το σύνολο σχεδόν των υπολειπόμενων (ακόμα τεράστιων) υποχρεώσεών της σε πολεμικές αποζημιώσεις, όπως σ' εμάς το κούρεμα του χρέους με το PSI δεν εμπόδισε την περαιτέρω ενίσχυση, τουλάχιστον δημοσκοπικά, των ακραίων πολιτικών σχηματισμών.
Ωστόσο, η βαθύτερη και γι' αυτό ανησυχητικότερη ομοιότητα βρίσκεται αλλού. Ο ιός που κατέλυσε τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης ήταν εγγεγραμμένος εξαρχής στον γενετικό κώδικά της, όπως και ο ιός που απειλεί τη δική μας δημοκρατία της Μεταπολίτευσης.
Από τη γέννησή της, η Δημοκρατία της Βαϊμάρης ήταν ουσιαστικά μια δημοκρατία χωρίς δημοκράτες. Τα περισσότερα πολιτικά κόμματα την έβλεπαν, καθένα από τη δική του σκοπιά, ως ένα προσωρινό και όχι άξιο προάσπισης καθεστώς, και το ίδιο αισθανόταν ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Κακά τα ψέματα, κάτι παρόμοιο ισχύει και για τη δική μας Μεταπολίτευση. Ας θυμηθούμε τη δήλωση του Ανδρέα Παπανδρέου λίγο μετά την πτώση της Χούντας ότι «άλλαξε το νατοϊκό καθεστώς κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς», θέση που όρισε τη νοοτροπία του ΠΑΣΟΚ για τουλάχιστον μια δεκαετία. Για το ΚΚΕ και άλλες εκφράσεις της Αριστεράς η Μεταπολίτευση ήταν μια παρένθεση πριν από την επανάσταση, που τότε φαινόταν κοντά (ακόμα και στις εκλογές της 18 Οκτωβρίου 1981 το ΚΚΕ έθετε ως ελάχιστο στόχο του το 17 %, την ίδια στιγμή που οι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ φώναζαν εν χορώ στο Σύνταγμα «Στις 18 σοσιαλισμός»!). Αλλά και για το μεγαλύτερο μέρος της Δεξιάς εκείνης της εποχής το μεταπολιτευτικό σύστημα σήμαινε, ή όφειλε να σημαίνει, τη συνέχιση της δικής της μετεμφυλιακής κυριαρχίας με τους όρους μιας ντεμί και υπό αίρεση δημοκρατίας. Τέλος, αν δεν θέλουμε να εξακολουθήσουμε να κοροϊδευόμαστε, πρέπει ν' αναγνωρίσουμε ότι μεγάλες μερίδες του ελληνικού λαού συμμερίζονταν αυτή τη δυσπιστία, ακηδία ή και ανοιχτή περιφρόνηση για την αλλαγή που έφερε η τομή του 1974.
Μπορεί να υπήρξε αργότερα μια κάποια τροποποίηση αυτής της στάσης, αλλά ήταν παθητική, συνδεόταν άμεσα με την καταναλωτική ευφορία της εποχής των παχιών αγελάδων κι εξάλλου δεν αγκάλιαζε όλες τις δυνάμεις που εκπροσωπούνταν στη Βουλή. Επιπλέον, η διάχυτη αντίληψη ότι η «αστική δημοκρατία» και το κράτος δικαίου δεν παρέχουν αρκετές ελευθερίες και αρκετά δικαιώματα, όπως τα εννοούσαν τα διάφορα άτομα, σόγια και ομάδες, εκτίναξε τις πελατειακές συναλλαγές, υποδαύλισε τη συντεχνιακή ασυδοσία και νομιμοποίησε de facto κάθε μέθοδο διεκδίκησης.
Έτσι, όταν ενέσκηψε ο Αρμαγεδδών της χρεοκοπίας, κατέρρευσε η αβαθύρριζη κι εύθραυστη δημοκρατική συναίνεση του όψιμου σταδίου της Μεταπολίτευσης. Δεν αναδείχτηκαν μόνον οι παθογένειες της διαχείρισης της εξουσίας από τα κόμματα που την άσκησαν αλλά ήρθαν στην επιφάνεια, με πολλαπλασιασμένη ένταση, και οι παθογένειες ολόκληρης της πολιτικής κουλτούρας, του συνόλου των πολιτικών ηθών και νοοτροπιών που σφράγισαν αυτό το κεφάλαιο της νεοελληνικής ιστορίας. Το ερώτημα αν έχουμε κι εδώ μια δημοκρατία χωρίς δημοκράτες, όσο προκλητικό κι αν φανεί σε πολλούς, δεν είναι άτοπο.

Οσα παρακολουθήσαμε την προεκλογική περίοδο δεν αφήνουν πολύ περιθώριο για αισιοδοξία. Ενα πολιτικό σύστημα μπορεί ν' αναγεννηθεί είτε με την εκτεταμένη αυτοκάθαρση των παλιότερων κομμάτων είτε με τη δυναμική ανάδυση πραγματικά καινούργιων πολιτικών φορέων. Δεν βλέπουμε ούτε το ένα ούτε το άλλο. Τα κόμματά μας, παλιά και νεοπαγή, θυμίζουν αποκεφαλισμένα κοτόπουλα που τρέχουν ακόμα κι επιμένουν μάλιστα να τσακώνονται, λίγο πριν σωριαστούν νεκρά.
Δεν μ' ενδιαφέρει η τύχη τους, χωριστά. Μ' ενδιαφέρει όμως η τύχη της δημοκρατίας μας.

Sunday, April 22, 2012

Στις εκλογές δεν ψηφίζουμε πρόσωπα


της Βάσως Κιντή
18/04/2012
protagon.gr 


Μία από τις θέσεις που κυκλοφορούν σχετικά με τις εκλογές, ειδικά από ανθρώπους του μεταρρυθμιστικού ρεύματος, είναι να ενισχυθούν οι υποψήφιοι σε όλα τα κόμματα που υποστηρίζουν τις μεταρρυθμίσεις. Με τη θέση αυτή διαφωνώ.
Στις εκλογές δεν ψηφίζουμε πρόσωπα - μόνο δευτερευόντως. Ούτε ψηφίζουμε για να καθησυχάσουμε τη συνείδησή μας σταυρώνοντας μεμονωμένους υποψηφίους που θεωρούμε πως συμφωνούν με μας. Ψηφίζουμε πρωτίστως κόμματα διότι αυτά θα κληθούν να διαχειριστούν τις τύχες της χώρας. Αυτή είναι η ευθύνη μας ως ψηφοφόρων. Η ψήφος στα πρόσωπα έχει σημασία μόνο εάν προηγείται η κρίση για το ποιο κόμμα μπορεί να υποστηρίξει τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται. Η εμπειρία των προηγούμενων 2,5 χρόνων έδειξε ότι, με την εξαίρεση των δύο μεγάλων κομμάτων (τελικά), της ΔηΣυ και της Δράσης, τα υπόλοιπα κόμματα πολιτεύτηκαν είτε με ιδεολογία καθαρά αντιμεταρρυθμιστική είτε με γνώμονα το στενό μικροκομματικό τους συμφέρον. Υπέταξαν το μέλλον της χώρας και των ανθρώπων της στη μέριμνα για να βγουν βουλευτές και άφησαν τις κρίσιμες αποφάσεις στη Βουλή στα χέρια ανεύθυνων και ανερμάτιστων βουλευτών που άλλαζαν θέση και κόμματα ανάλογα με το τι κάθε στιγμή θεωρούσαν ότι τους συμφέρει. Αν δεν υπήρχαν τα κόμματα και οι βουλευτές τους που πήραν δύσκολες αποφάσεις, θα σερνόμασταν σήμερα στα ερείπια με πολιτικούς εκπροσώπους τον Δημαρά, τον Καμμένο, τη Μιλένα, τον Κουρουπλή, τον Αμοιρίδη, ή τη Σοφία Σακοράφα.

Δεν αμφιβάλλω ότι το συμφέρον τους κοίταξαν και τα κόμματα που υποστήριξαν τις μεταρρυθμίσεις. Αλλά το δικό τους συμφέρον στη συγκεκριμένη περίπτωση συμβαίνει να εναρμονίζεται με το συμφέρον της χώρας. Η σύμπτωση αυτή δεν είναι τυχαία. Στη Δράση π.χ., είναι ζήτημα ιδεολογικό, υποστηρίζει ως κόμμα τις μεταρρυθμίσεις ανεξάρτητα από τη συγκυρία και το Μνημόνιο. Τα δε μεγάλα κόμματα, ακόμη κι αν δεν εμφορούνται από ανιδιοτελές αίσθημα εθνικής ευθύνης, χρειάζεται να φροντίσουν για το μέλλον εκατομμυρίων ψηφοφόρων τους, για να διατηρήσουν, έστω κυνικά, την απήχησή τους και συνεπώς τις προοπτικές τους για διακυβέρνηση. Υπ’ αυτή την έννοια δεν θα μπορούσαν, και δεν μπορούν, να ενεργήσουν εντελώς ανεύθυνα, να αφήσουν τη χώρα να χρεοκοπήσει, να κόψουν τους δεσμούς τους με τους Ευρωπαίους συμμάχους τους. Μα, θα πείτε, ως τώρα τι έκαναν; Δεν μας έφεραν αυτά τα κόμματα στο χείλος της χρεοκοπίας; Ναι, βεβαίως. Ωστόσο σήμερα και η δική τους διάσωση ως κομμάτων εξουσίας περνάει μέσα από τη διάσωση της χώρας που αποτελεί την ύψιστη προτεραιότητα. Επιπλέον είναι κοντά στα κέντρα αποφάσεων και δεν μπορούν εύκολα να ισχυριστούν ότι δεν ξέρουν πώς έχουν τα πράγματα και τι πρόκειται να συμβεί.

Στην προηγούμενη βουλή υπήρξαν μεταρρυθμιστές βουλευτές που δεν εκφράζονταν από τις επίσημες αντιμεταρρυθμιστικές θέσεις των κομμάτων τους. Μπορεί η παρουσία τους να ήταν εν γένει θετική όμως η επιρροή τους στα κρίσιμα ζητήματα ήταν μηδαμινή αν δεν έγερνε υπέρ των δυνάμεων της αδρανείας . Είτε σιωπούσαν, είτε απουσίαζαν είτε εν τέλει υποτάσσονταν στην κομματική γραμμή. Δεν μπόρεσαν να εκπροσωπήσουν τις κρίσιμες στιγμές τις μεταρρυθμιστικές δυνάμεις της χώρας. Τι μας κάνει να πιστεύουμε ότι νέοι μεταρρυθμιστές βουλευτές σε κόμματα με (ρητά ή υπόρρητα) αντιμεταρρυθμιστική πολιτική μπορεί να έχουν άλλη συμπεριφορά; Εάν ακολουθήσουν στη θητεία τους μία απαρέγκλιτα συνεπή μεταρρυθμιστική γραμμή σε διάσταση με τις επίσημες θέσεις του κόμματός τους, θα έχουν χρησιμοποιήσει το σημερινό αντιμεταρρυθμιστικό κόμμα τους απλώς ως όχημα για να εκλεγούν. Κι αν βρίσκονται διαρκώς σε δίλημμα τι να πράξουν, τότε πάλι θα αφήσουν εμάς και τη χώρα έρμαια τυχαίων κάθε φορά πλειοψηφιών. Θα παρακολουθούμε το δράμα πόσες ψήφοι μαζεύτηκαν. Μπορεί τα κόμματά τους με την παρουσία των μεταρρυθμιστών να αλλάξουν; Δεν νομίζω. Η εμπειρία δείχνει ότι τα κόμματα λειτουργούν, κατά κανόνα, αντιδημοκρατικά. Παρακάμπτουν, παραπληροφορούν ή χειραγωγούν τα όργανα ώστε να επικρατήσουν με κάθε τρόπο οι επιλογές της ηγετικής ομάδας (ιδίως μάλιστα όταν αυτές είναι μειοψηφικές).

Επομένως η θέση μου είναι ότι δεν ψηφίζουμε εν γένει καλούς και σοβαρούς ανθρώπους. Ψηφίζουμε κόμματα. Όσοι ενδιαφερόμαστε για την ευρωπαϊκή προοπτική και τη μεταρρύθμιση της χώρας έχουμε να επιλέξουμε ανάμεσα σε κόμματα που με τις θέσεις, τη στάση και την πολιτική τους έχουν δείξει ότι τάσσονται, έστω εκ των πραγμάτων αλλά χωρίς υπεκφυγές, υπέρ των αναγκαίων μεγάλων αλλαγών αναλαμβάνοντας την ευθύνη και το πολιτικό κόστος που αυτή η στάση συνεπάγεται. Από τα κόμματα αυτά θα ξεχώριζα εκείνα που θεωρώ πιο αξιόπιστα σε επίπεδο θέσεων, προσώπων και προηγούμενης πολιτικής. Τα άλλα κόμματα, αυτά που αντιστρατεύονται ευθέως τις μεταρρυθμίσεις ή ψαρεύουν στα θολά νερά, θα πρέπει πρώτα, πριν αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πρόσωπα, να μας πείσουν ως κόμματα ότι σκέφτονται σοβαρά και όχι μικροκομματικά τα προβλήματα της χώρας.

*Η Βάσω Κιντή είναι Αν. καθηγήτρια φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Αθηνών.

Monday, March 26, 2012

Βία, δημοκρατία και φρούτα εποχής...

Η αύξουσα διάλυση του συντεταγμένου πολιτικού και κοινωνικού βίου χτυπά όλο και πιο συχνά το καμπανάκι

Του Γιάννη Βούλγαρη
ΤΑ ΝΕΑ Παρασκευή 23 Μαρτίου 2012

Η εθνική γιορτή που απειλείται από τα γιουρούσια των κόκκινων και των μαύρων «αγανακτισμένων», γήπεδα που γίνονται πεδία μάχης, το αθηναϊκό κέντρο που καίγεται και βανδαλίζεται, διαχεόμενη εγκληματικότητα, σπείρες δημοσίων υπαλλήλων που κάνουν μπάζες ιδιοποιούμενες τους κρατικούς θεσμούς, η αριστερή ιδεολογική νομιμοποίηση και παρακίνηση στην «ανυπακοή» προς ένα κράτος υπό διάλυση, τα εγγόνια των ταγματασφαλιτών που κηρύσσουν από το Δίστομο αντιγερμανικό αγώνα, η δικαστική επιβεβαίωση των παρανομιών μεγαλοπαραγόντων του δημόσιου βίου. Η ανομία, η αύξουσα διάλυση του συντεταγμένου πολιτικού και κοινωνικού βίου, χτυπά όλο και πιο συχνά πλέον το καμπανάκι. Η κρίση διαβρώνει συστηματικά τη νομιμοποίηση του κράτους και τη συμβολική ενοποιητική λειτουργία του έθνους.
Εκ πρώτης όψεως οι ανησυχητικές αυτές δυναμικές εξηγούνται με το μέγεθος και τις επιπτώσεις της εθνικής κρίσης. Οι διαστάσεις όμως που προσλαμβάνουν δείχνει ότι κάτι σάπιο προϋπήρχε και δούλευε ως πρόβλημα ή έρπουσα παρακμή του «μεταπολιτευτικού δημοκρατικού κεκτημένου». Πολλά άλλωστε από τα ανωτέρω φαινόμενα είχαν ήδη εκδηλωθεί προ της κρίσης: από τη διάχυτη διαφθορά των «πάνω» και των «μεσαίων», από τον αντιδημοκρατικό λαϊκισμό που διέτρεχε τις πρακτικές όλων των πολιτικών παρατάξεων, ώς το μηδενιστικό καταστροφικό μένος του «νεοαναρχισμού» και των «μπαχαλάκηδων». Πώς η περίοδος της ομαλότερης λειτουργίας της Δημοκρατίας παρήγαγε και παράγει τέτοιες αντιδημοκρατικές ανομικές συμπεριφορές; Η συζήτηση είναι μεγάλη αλλά θα πρέπει να γίνει, σαν αναστοχασμός της μεταπολιτευτικής περιόδου και με επίγνωση του λεπτού και αντιφατικού χαρακτήρα της Δημοκρατίας. Οι δημοκρατικοί θεσμοί μπορεί να ενισχύουν καλές δημοκρατικές πρακτικές, εφόσον όμως μεσολαβεί μια ανάλογη πολιτική συμπεριφορά και ένα ανάλογο δημοκρατικό ήθος. Στη μεταπολιτευτική Ελλάδα αυτή η μεσολάβηση αποτυπώθηκε στη συμβίωση και στη διαπάλη αντίρροπων τάσεων και νοοτροπιών. Η δημοκρατική κουλτούρα, η ανεκτικότητα και ο ορθολογισμός ενισχύθηκαν από τη σταθεροποίηση της δημοκρατίας και την κοινωνική ανέλιξη. Ταυτόχρονα όμως συμπλέχτηκε με την κυρίαρχη πολιτικοκομματική πρακτική της δημαγωγίας και της συναλλαγής μεταξύ εξουσίας, ατόμων, οργανωμένων συμφερόντων και τοπικών κοινωνιών. Δημοκρατική κουλτούρα και εκδημοκρατισμός της πολιτικο-οικονομικής συναλλαγής συνυφάνθηκαν με διαβρωτικά αποτελέσματα για το κύρος του κράτους και των θεσμών. Ο «νέος πολιτισμός» του παγκοσμιοποιημένου χρηματιστικού καπιταλισμού ενίσχυσε τις παθογένειες κορυφώνοντας τον άκρατο καταναλωτισμό, τον «κτητικό ατομισμό» και τον μεταμοντέρνο ηδονισμό. Ετσι, η νεοαποκτηθείσα ευημερία αποκοβόταν βαθμιαία από τη δημιουργική εργασία και το υγιές κέρδος, ο καταναλωτισμός από την παραγωγή και ο ατομισμός από το δημόσιο συμφέρον. Οι ατομικές και συλλογικές συμπεριφορές ήταν όλο και περισσότερο ανοιχτές τόσο στην προοπτική του δημοκρατικού εκσυγχρονισμού όσο και της διάχυσης της κοινωνικής ανομίας και της διαφθοράς. Η συγκεχυμένη συμβίωση διατηρείτο όσο η ανάπτυξη και ο δανεισμός τροφοδοτούσαν όλες αυτές τις συνιστώσες της μεταπολιτευτικής κουλτούρας.
Η κρίση ανέτρεψε αυτή τη συνθήκη καθιστώντας τις αντίρροπες δυναμικές ανοιχτά συγκρουόμενες. Το κύρος του κράτους και το έθνος ως κοινότητα αλληλεγγύης δοκιμάζονται. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η δημοσκοπική προς το παρόν αποδόμηση του κομματικού συστήματος, καταλήγει να είναι σχεδόν επιφαινόμενο ευρύτερων και εν μέρει επικίνδυνων μεταβολών. Στην ουσία, αλλάζουν και κατά κανόνα φθείρονται βασικές συντεταγμένες της νομιμοποίησης της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας.
Οι θεσμοί και το πνεύμα μιας εποχής καθορίζονται από την ιστορική εμπειρία και τα τραύματα που η χώρα θέλει να υπερβεί με τη νέα θέσμισή της. Η μεταπολιτευτική Ελλάδα ήθελε να αφήσει πίσω τη δικτατορία και την «ελεγχόμενη» μετεμφυλιακή δημοκρατία των αποκλεισμών και των διακρίσεων. Στο νέο δημοκρατικό πλαίσιο οι τρεις ιστορικές παρατάξεις αλληλοαναγνωρίστηκαν ως πολιτικοί αντίπαλοι και όχι ως εχθροί. Η ομαλή εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία σταθεροποίησε το σύστημα, η παραδοσιακή Αριστερά παρά την προσκόλλησή της στο σοβιετικό μοντέλο αναγνώρισε την αξία της δημοκρατίας, ενώ από την άλλη, η Ακροδεξιά ήταν απονομιμοποιημένη λόγω του αντιφασιστικού χαρακτήρα της Μεταπολίτευσης. Στα μυαλά των πολιτών και στις τεχνικές των δημοσκόπων, ο κομματικός ανταγωνισμός μπορούσε να αναπαρασταθεί σε έναν άξονα Αριστερά-Δεξιά. Στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης, αυτή η μεταπολιτευτική δημοκρατία δέχεται πολλαπλές επιθέσεις. Ο αριστερός και δεξιός εξτρεμισμός προσπαθεί να την εξομοιώσει με τη δικτατορία, η λαϊκιστική αντιπολιτική επιθετικότητα των απογοητευμένων πρώην πελατών του κομματικού κράτους, την υποβιβάζει σε «κλεπτοκρατία», η παραδοσιακή Αριστερά χωρίς πρόγραμμα και σχέδιο, σιγοντάρει την απονομιμοποίηση με τη ρητορική της ανυπακοής ή της «αντίστασης». Ο χώρος του κομματικού ανταγωνισμού μεταβάλλεται, μοιάζοντας όλο και περισσότερο με πέταλο, καθώς οι αντίθετοι εξτρεμισμοί συνυπάρχουν και συχνά επιτίθενται από κοινού σαν φαιοκόκκινο μέτωπο. Οι ιστορικές διαχωριστικές γραμμές και ευαισθησίες σβήνουν, τόσο ώστε ο κ. Καμμένος, άνετος, να μην αποκλείει τη συμμαχία του ακροδεξιού κόμματός του με το ΚΚΕ (!).
Η μεταπολιτευτική Ελλάδα, διδαγμένη από την περίοδο της «εθνικοφροσύνης», έπαψε να χρησιμοποιεί το Εθνος σαν μια υπερβατική συλλογικότητα στην οποία κάποια από τις επιμέρους παρατάξεις είχε ιδιαίτερα ιδιοκτησιακά δικαιώματα και μπορούσε να αποκλείσει τους πολιτικούς αντιπάλους, θεωρώντας τους «προδότες» και «μιάσματα». Στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης, αναβιώνει με ευθύνη της παραδοσιακής Αριστεράς και της Ακροδεξιάς μια αποκρουστική νέα «εθνικοφροσύνη» που θέλει να αναγορεύσει και πάλι τους πολιτικούς αντιπάλους σε εχθρούς και όργανα «ξένων δυνάμεων».
Η μεταπολιτευτική Ελλάδα «κατασκεύασε» το πολιτικό υποκείμενο «κυρίαρχος Λαός» σε αντιδιαστολή με τη μετεμφυλιακή πραγματικότητα στην οποία εξωθεσμικά και εξωκοινοβουλευτικά κέντρα νέμονταν μέρος τουλάχιστον της εξουσίας. Μετά τη χούντα, ο «Λαός» ήταν ανώτερος από το σύνολο των ατόμων που τον αποτελούσαν, γιατί η ίδια η συγκρότησή του ταυτιζόταν με τη Δημοκρατία και το γενικό συμφέρον. Ο λαϊκισμός αργότερα μετέτρεψε τον κυρίαρχο λαό σε πρόσχημα για τη νομιμοποίηση ποικίλων ιδιωτικών και συντεχνιακών συμφερόντων εις βάρος του γενικού. Στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης, αυτός ο ιδιωτικοποιημένος λαός, που κατακερματίστηκε πριν συντεχνιακά, σκορπίζεται πολιτικοκομματικά, μέσα στη σύγχυση που έχει προκαλέσει η απότομη οικονομική πτώση. Αναζητά αλαφιασμένος τον δρόμο της εθνικής ανασυγκρότησης, αναζητά δηλαδή μια νέα σχέση του ατομικού με το γενικό συμφέρον έτσι ώστε να ανασυσταθεί και ο ίδιος ως Λαός αντί της «αγανακτισμένης» μάζας.
Ολα αυτά σημαίνουν ότι στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης, η γεωπολιτική θέση της χώρας και ο πολιτισμός της Δημοκρατίας γίνονται και πάλι διακύβευμα που χωρίζει τις κομματικές δυνάμεις. Το «μεταπολιτευτικό δημοκρατικό κεκτημένο» έχει διαβρωθεί από τις δικές του αντιφάσεις, και τις επιθέσεις που δέχεται από δυνάμεις και συμπεριφορές που κινούνται πλέον εκτός αυτού του πλαισίου. Κατά τούτο, οι αναταράξεις στο κομματικό σύστημα αντανακλούν ευρύτερες μεταβολές με επικίνδυνες ενδεχομένως απολήξεις. Μπροστά στις εκλογές, το τόξο των πολιτικών δυνάμεων από τη φιλοευρωπαϊκή Δεξιά ώς τη δημοκρατική Αριστερά, τόξο που πρεσβεύει την ανασυγκρότηση της χώρας μέσα στην Ευρώπη και το ευρώ, έχει δύσκολο έργο. Δεν είναι εύκολο να καταστρώσεις μια εθνική πρόταση ανασυγκρότησης που να αντιμετωπίζει την κρίση και να αποκαθιστά την αξιοπρέπεια της χώρας στην Ευρώπη η οποία συγκροτείται πλέον πολιτικά αλλά όχι ακόμα δημοκρατικά. Ούτε είναι εύκολο να διασώσεις το «μεταπολιτευτικό δημοκρατικό κεκτημένο» ανανεώνοντάς το μέσα από τον αυτοκριτικό αναστοχασμό, πόσω μάλλον να επαναξιοδοτήσεις τη δημοκρατία ώστε να περιλάβει υλικά και ηθικά τις νεότερες ηλικίες.
Η ελπίδα είναι ότι το τόξο αυτό που εκφράζει μια ικανή πολιτικοκοινωνική πλειοψηφία και ενστερνίζεται τον ευρωπαϊκό δρόμο, θα συνειδητοποιήσει το ιστορικό διακύβευμα και θα θελήσει να περιφρουρήσει τον συντεταγμένο δημοκρατικό βίο που κατακτήθηκε, καθώς η κρίση παράγει πλέον περίεργα φρούτα εποχής.

Monday, March 19, 2012

Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο

Αντώνης Λιάκος


Στην ωραία ταινία Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο, που παίζεται ακόμη στους κινηματογράφους, ο πρωταγωνιστής – συνδικαλιστής εργάτης σε ναυπηγείο στη Μασσαλία- καθώς απολύεται, βάζοντας και τον εαυτό του στην κληρωτίδα όσων είχε συμφωνήσει το συνδικάτο με την εργοδοσία να απολύσει, ξηλώνει απ΄ το αρμάρι του και παίρνει μαζί με τα πράγματά του, μια φωτογραφία:  Τον  Ζαν Ζωρές, το σύμβολο του γαλλικού σοσιαλισμού, να μιλά στο πλήθος. Η σκηνή φέρνει κάτι από το τέλος της σοσιαλδημοκρατίας, εκείνης που ταυτίστηκε με τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις  και το κοινωνικό συμβόλαιο, για να καταλήξει να διαχειρίζεται τις απολύσεις. Η σοσιαλδημοκρατία που αμάρτησε για το παιδί της, αλλά δεν το έσωσε.

Ο μεσήλικας πρωταγωνιστής θα ληστευτεί μετά από λίγο, από   νεαρό, επίσης   απολυμένο από τα ίδια ναυπηγεία, για τον οποίο –και για τη γενιά του-  δεν ίσχυαν πλέον οι ίδιοι εργασιακοί και ασφαλιστικοί όροι, τα ίδια «προνόμια» θα έλεγαν κάποιοι.    Οι σκηνές θα μπορούσαν να εκτυλιχθούν και στην Ελλάδα, με την διαφορά ότι εδώ οι φωστήρες των μεταρρυθμίσεων, συνήθως πανεπιστημιακοί που θα τους βρεις ευκολότερα στα κυβερνητικά γραφεία παρά στις αίθουσες διδασκαλίας και στα σπουδαστήρια, θα μιλούσαν για   προνομιούχα ρετιρέ και συντεχνίες που ενισχύουν την κοινωνική αδικία σε βάρος των άλλων εργατών.

Αποτοξινωθείτε από το λόγο τους πηγαίνοντας να δείτε την ταινία.    Ακουμπήστε μέσω της τέχνης μια εμπειρία την οποία τη ζείτε καθημερινά αλλά δεν εκφράζεται στο δημόσιο λόγο. Μπορεί και σεις να την προσπερνάτε. Το φίλμ είναι ένα μελαγχολικό σχόλιο πάνω στο τέλος ενός κόσμου, αυτού του μεταπολεμικού, που θεμελιώθηκε πάνω σε τρεις αρχές: την οικονομική ανάπτυξη, τη δημοκρατία, το κράτος πρόνοιας. Λειτούργησαν πουθενά ιδεοτυπικά; Όχι. Εδώ μάλιστα χειρότερα. Αλλά αυτός δεν είναι λόγος να πετάξουμε το μωρό μαζί με τ’ απόνερα.

Η σοσιαλδημοκρατία λοιπόν, βρέθηκε σε άμυνα στη δεκαετία του ’90. Οι πολιτικές της, κευνσιανισμός και κράτος πρόνοιας,   φαίνονταν πλέον αντιαναπτυξιακές και χωρίς απόδοση μπροστά στη λαίλαπα των αγορών, της παγκοσμιοποίησης, της νέας χρηματοπιστωτικής επέκτασης, του νεοφιλελευθερισμού. Ο κίνδυνος να σπρωχτεί στο περιθώριο την οδήγησε στο να υιοθετήσει την πολιτική των αντιπάλων της, μερικές φορές προσπαθώντας να την προσαρμόσει, μερικές υπερακοντίζοντάς  την. Ενας-ένας καταρρίφθηκαν οι πύργοι της. Η καταγγελία της γραφειοκρατίας συμπαρέσυρε την έννοια και τις αντιλήψεις για το ρόλο του κράτους, τη συλλογικότητα, την έννοια δημόσιο αγαθό· η καταγγελία της διαφθοράς την οποιαδήποτε ανάμειξη της πολιτικής στην οικονομία, εκτός βέβαια από την στήριξή της· η καταγγελία της τεμπελιάς απονομιμοποιησε το κράτος πρόνοιας και την εργατική νομοθεσία· η αποκήρυξη των συντεχνιών κατέληξε σε πλήρη απαξίωση του συνδικαλισμού και των συλλογικών συμφωνιών. Κι όλα αυτά με μια λαϊκιστική ρητορική υπέρ των απόκληρων, εκείνων που το παλιό κράτος πρόνοιας δεν μπορούσε να περιλάβει.

Είκοσι χρόνια ζήσαμε μέσα σε αυτή την μεγάλη αλλαγή, στο πάρτυ της παγκοσμιοποίησης και του νεοφιλελευθερισμού, ή όπως αλλιώς συμφωνήσουμε να τον ονομάσουμε.  Τώρα ήλθε η ώρα των λογαριασμών. Άλλες χώρες τιμωρούνται  επειδή δεν προσαρμόστηκαν, άλλες επειδή παρα-προσαρμόστηκαν και μερικές επειδή μισο-προσαρμόστηκαν στους νέους κανόνες του παιχνιδιού. Κάπως έτσι η καινούργια κατάσταση βάζει την σοσιαλδημοκρατία σε νέα διλήμματα.  Ακολουθώντας την πεπατημένη δεν φαίνεται να μπορεί να διαφοροποιηθεί από τα συντηρητικά κόμματα. Από την άλλη μεριά, καθώς πολλά δεξιά κόμματα διολισθαίνουν προς τον δεξιό λαϊκισμό, η σοσιαλδημοκρατία εμφανίζεται ως ο μόνος υποστηρικτής των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων. Αυτός είναι ένας σίγουρος τρόπος αποκοπής της από την κοινωνία. Αν σοσιαλδημοκρατία όμως σημαίνει κοινωνική μεταρρύθμιση, χρειάζονται νέες ιδέες και δημιουργικότητα για να κατανοήσουμε πως θα υπερασπίσουμε την κοινωνία και τη δημοκρατία στις νέες συνθήκες. Τι σημαίνει σήμερα κοινωνική μεταρρύθμιση είναι ένα μείζον πρόβλημα.  Το βασικό πρόβλημα.




Tuesday, February 28, 2012

Crack of Doom

And so your life's been a success
And you have pleasure in excess
Don't worry it will all end soon
The crack of doom is coming soon
And so your future's looking bright
And you've reached the giddy heights
Don't worry it will soon end
It is all shallow and pretend
The crack of doom
Is coming soon
The crack of doom
Is coming soon
Ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha
And so your life
Your life has failed
You've made the progress of a snail
Don't worry you'll get your revenge
For we're all equal in the end
The small and mighty all the same
This life a shallow, facile game
Where every empire turns to dust
And every ego will be crushed
The crack of doom
Is coming soon
The crack of doom
Is coming soon
Ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha
ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha
ha-ha
And every dream, hope and desire
Is just a flicker in the fire
And that fire it will consume
The crack of doom
Is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom
doom
Is coming soon


From The Tiger Lillies' album "Bad blood and blasphemy" 1999

Sunday, February 12, 2012

Lasst die Griechen in Ruhe!

ZEIT ONLINE

Αφήστε ήσυχους τους Έλληνες!

Ειδήσεις από μια διχασμένη Ευρώπη: Η Γερμανία αυξάνει για πρώτη φορά τις εξαγωγές της στο ένα τρις. ευρώ. Η οικονομία ανθεί, τα φορολογικά έσοδα αυξάνονται, η ανεργία μειώνεται…Γερμανία: μία νήσος των μακάρων. Αντίθετα η Ελλάδα: μια χώρα στο χείλος του γκρεμού και σε αναταραχή. Η μεταβατική κυβέρνηση αποφασίζει ένα νέο πακέτο δραστικών μέτρων υπό την πίεση της τρόικας. Οι μισθοί πρέπει να μειωθούν κατά 20 με 30%. Μέχρι το 2015 πρέπει να απολυθούν από το Δημόσιο 150.000 άτομα. Η οικονομία συρρικνώνεται, φέτος μάλιστα ίσως και κατά 8% και πλέον. Η χώρα παραμένει αμετάβλητα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας
Κι όμως, το δεύτερο πακέτο βοήθειας της ΕΕ συνολικού ύψους 130 δις. ευρώ, παρακρατείται. Οι Υπ. Οικονομικών της Ευρωζώνης αμφιβάλλουν ότι η κυβέρνηση Παπαδήμου και τα κόμματα που τη στηρίζουν θα εφαρμόσουν πράγματι τα εξαγγελθέντα μέτρα λιτότητας. Και δικαίως. Γιατί οι ήδη αποφασισθείσες περικοπές δεν αποδίδουν, επειδή απλώς καθιστούν τα προβλήματα οξύτερα. Και επειδή οι αντιδράσεις των Ελλήνων για το πρόγραμμα φτωχοποίησής τους, αλλά και την κηδεμονία της χώρας τους είναι ευνόητα μεγάλες.
Είναι αυτή προοπτική μιας ενωμένης Ευρώπης; Μια χώρα κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού και της δημοκρατίας, που πρακτικά μεταβάλλεται σε προτεκτοράτο των Βρυξελλών, χωρίς ελπίδα βελτίωσης. Μια ήπειρος, που διχάζεται όλο και περισσότερο ανάμεσα σε έναν ευημερούντα Βορρά και σε έναν Νότο σε έσχατη ανάγκη, όπου οι άνθρωποι δεν ξέρουν καν πώς θα πληρώσουν το ψωμί της ημέρας. Ενώ στη Γερμανία ο κυβερνητικός συνασπισμός σκέπτεται σοβαρά να μειώσει τους φόρους εν μέσω της πλέον σοβαρής οικονομικής κρίσης των τελευταίων δεκαετιών.
Όμως, όσα συμβαίνουν γύρω μας σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη δεν μπορούν να μας αφήνουν αδιάφορους. Και μόνο για τον λόγο ότι αρχίζει να εξαπλώνεται ένας επικίνδυνος πολιτικός ριζοσπαστισμός και μια επιστροφή στον εθνικισμό, όπως θα φανεί στις επικείμενες πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα.
Θα πρέπει επίσης να ανησυχούμε, γιατί αυτή η ολέθρια, ουσιαστικά προωθούμενη από τη γερμανική κυβέρνηση , εξέλιξη απειλεί το δικό μας μοντέλο επιτυχίας: Η γερμανική οικονομία ανθεί, επειδή οι επιχειρήσεις μας κλείνουν δουλειές και αποκομίζουν κέρδη εις βάρος των πιο αδύναμων χωρών. Επειδή εκεί οι μισθοί είναι ακόμα πολύ υψηλοί σε σχέση με την πολύ πιο αδύναμη παραγωγικότητα, ενώ ταυτόχρονα, λόγω της τεράστιας πίεσης για λιτότητα, η εσωτερική ζήτηση μειώνεται.
Στη νότιο Ευρώπη, και όχι μόνο στην Ελλάδα, επικρατεί μια επικίνδυνη ατμόσφαιρα, που στρέφεται κυρίως κατά της Γερμανίας. Σχεδόν 70 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, η Γερμανία δίνει την εντύπωση μιας εχθρικής δύναμης. Υπάρχουν ήδη φωνές για ριζοσπαστικές κινήσεις κατά του ετεροκαθορισμού από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.
Όχι, δεν μπορεί να είναι αυτή η Ευρώπη, στην οποία θέλουμε να ζούμε. Μια Ευρώπη, στην οποία οι τράπεζες και τα Hedgefonds θα καθορίζουν ποιες χώρες πρέπει να επιβιώσουν και ποιες όχι.Το τίμημα της πολιτικής της λιτότητας, που ασκούν κατά κόρον οι παράγοντες των χρηματαγορών και η Μέρκελ, είναι η αφολοκλήρωση της Ευρώπης. Και μια μακράς διάρκειας ύφεση, που κάποια στιγμή θα πλήξει και τη Γερμανία, επειδή ακριβώς δεν ζούμε σε μία νήσο των μακάρων.
Η Ελλάδα χρειάζεται την αλληλεγγύη μας, ένα κούρεμα όλου του χρέους της και ένα πρόγραμμα ανσυγκρότησης αντί για συνεχώς νέα πακέτα λιτότητας και βοήθειας. Για να έχει μια ευκαιρία η χώρα να ξανασταθεί στα πόδια της μετά από 10 ή 20 χρόνια και να ξαναγίνει ισότιμο μέλος της ΕΕ. Χρειαζόμαστε την Ελλάδα – ως παράδειγμα του ότι η Ευρώπη αυτοκαθορίζεται.


Thursday, January 26, 2012

I dont live here any more - Nees Morfes art gallery - Opening 26FEB2008

I dont live here any more - Nees Morfes art gallery - Opening 26FEB2008


i don't live here anymore - 23FEB2008

i don't live here anymore - 23FEB2008
many thanks to: Giannis Skaltsas, Giannis Messinis, Giannis Pilouris, Leonidas Karabinis, Thanos Klonaris, Dimitris Baboulis, Fanis Vlastaras and Maria Glyka for the help.